Τι θέλουν κι αυτές οι
καταιγίδες.
Διπλασιάζουν τα τοπία μέσα
μου.
Κλεισμένη εδώ μέσα και δεν
αλλάζουν οι ώρες.
Εσύ δε γύρισες να με
κοιτάξεις.
Όμως εγώ σε είδα
ολοζώντανη μπροστά μου
«Μάζεψε τις κάλτσες σου παιδί μου».
Αυτό το σπίτι όλο μαζεύει
κι όλο απλώνεται.
Άλλες φορές ξετυλίγεται
σαν αρχοντικό μπροστά στα πόδια μου.
Τώρα μπορώ να το κρατήσω
στη χούφτα μου.
Τόση πλαστικότητα ..
Θα είναι επειδή νόμιζα ότι
η αφή είναι πάντα και άγγιγμα.
Η αφή και το άγγιγμα.
Πώς δεν πρόσεξα
την κυριολεξία των χαδιών.
pippi, αν και το είδα αργά,
ΑπάντησηΔιαγραφήμια ομορφιά αυτό το ποιημα. η μορφή της νοσταλγίας που καταργεί το χρέος.
Σ' ευχαριστώ
μ.α.τ.π.
είδα ακόμη πιο αργά το σχόλιο. σ' ευχαριστώ κι εγώ πολύ..
ΑπάντησηΔιαγραφή